νηνίατον

νηνίατον
νηνίατον, τὸ (Α)
φρυγικό άσμα, μελωδία η οποία συνοδευόταν με αυλό.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για λ. φρυγικής προέλευσης (πρβλ. τη γλώσσα που παραδίδει ο Ησύχιος νηνίατος
νόμος παιδαριώδης και φρύγιον μέλος. Ο τ. νηνίατος έχει διορθωθεί σε νινήατος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • νηνίατον — neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • NAENIA — I. NAENIA Dea funerum, cui veteres Romani sacellum, auctore Festô, extra portam Viminalem, dedicârunt. Vide Vossium in Etymolog. voce Nenia sic enim scribendum: ut et hîc infra. II. NAENIA an ex sono vocis, quem flentes emittunt: an quod eam… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • νηνία — νηνία, ἡ (Α) 1. δημόσιος έπαινος, εγκώμιο ανδρών το οποίο κάποτε συνοδευόταν και από αυλό 2. (κατ επέκτ.) θρήνος. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. αντιστοιχεί με το λατ. nenia «θρήνος, επικήδειο άσμα» και συνδέεται με την λ. νηνίατον*] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”